Οστεοπόρωση, η σιωπηλή επιδημία

Η εμμηνόπαυση, με την ανεπάρκεια των ωοθηκών και τη δραματική ελάττωση των οιστρογόνων, συνοδεύεται από οξέα και πολύ ενοχλητικά συμπτώματα...
τα λεγόμενα κλιμακτηριακά συμπτώματα (αγγειοκινητικές διαταραχές, όπως εξάψεις, εφιδρώσεις, αίσθημα παλμών κ.α.) Περισσότερο ύπουλα και σοβαρά όμως είναι ορισμένα από τα μακροχρόνια επακόλουθά της, κυριότερα των οποίων είναι η οστεοπόρωση και αύξηση των καρδιαγγειακών νοσημάτων καθώς και ορισμένων καρκίνων όπως ο καρκίνος του μαστού.

Η οστεοπόρωση είναι μια νόσος που χαρακτηρίζεται από προοδευτική απώλεια της μάζας των οστών, καθώς και διαταραχή της αρχιτεκτονικής τους δομής, η οποία έχει ως συνέπεια τη μείωση της μηχανικής αντοχής των οστών, με αποτέλεσμα αυτά να γίνονται πιο εύθραυστα και επιρρεπή σε κατάγματα.  Συνέπειες των καταγμάτων είναι οι πόνοι, οι παραμορφώσεις (κύφωση), απώλεια κινητικότητας, ανικανότητα κ.λπ. Σε περιπτώσεις σοβαρής οστεοπόρωσης, τα κατάγματα δημιουργούνται χωρίς να ασκηθεί στα οστά καθόλου δύναμη (αυτόματα κατάγματα). Η απώλεια του οστού συμβαίνει σταδιακά και ΄΄σιωπηλά΄΄ και συνήθως δεν υπάρχουν συμπτώματα μέχρις ότου συμβεί το πρώτο κάταγμα Οι συνηθέστερες εστίες καταγμάτων είναι η σπονδυλική στήλη, τα ισχία και οι καρποί
 Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (WHO) καθιέρωσε την 20η Οκτωβρίου ως την Παγκόσμια Ημέρα για την πρόληψη της οστεοπόρωσης. Η οστεοπόρωση είναι ένα συχνό νόσημα με τεράστιες κοινωνικο-οικονομικές επιπτώσεις. Το 45% των γυναικών λευκής φυλής, ηλικίας άνω των 50 ετών, έχει ελαττωμένη οστική πυκνότητα. Ο κίνδυνος να υποστεί μια από τις γυναίκες αυτές οστεοπορωτικό κάταγμα ανέρχεται στο 40%, ενώ ο αντίστοιχος κίνδυνος για έναν άνδρα είναι 13%.  Τα σπονδυλικά κατάγματα έχουν σημαντική θνησιμότητα και νοσηρότητα, ενώ  τα κατάγματα του ισχίου αποτελούν και την πλέον δραματική επιπλοκή της οστεοπόρωσης.  Υπολογίζεται ότι κατά το έτος 1990 συνέβησαν 1.660.000 τέτοια κατάγματα παγκοσμίως. Στην Ελλάδα υπάρχει επίσης μια; ανησυχητική αύξηση του αριθμού των καταγμάτων του ισχίου: Ο αριθμός των καταγμάτων του ισχίου αυξήθηκε από 5100 το έτος 1997 σε 13611 το έτος 2002 (υπερδιπλασιασμός μέσα σε 15 χρόνια - αύξηση κατά 7% περίπου ετησίως). Η σχέση γυναίκες/άνδρες στο σύνολο των καταγμάτων είναι 2,47. Τη μεγαλύτερη επιβάρυνση παρουσιάζει η ομάδα των ατόμων με ηλικία μεγαλύτερης των 80 ετών.  Με τον τρόπο αυτό το ιατροκοινωνικό πρόβλημα της οστεοπόρωσης διογκώνεται ραγδαία, και στη χώρα μας.
  Τέλος, τονίζεται ότι η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας υπολογίζει ότι τα επόμενα 50  χρόνια θα παρουσιασθεί τετραπλασιασμός των οστεοπορωτικών καταγμάτων. Η οστεοπόρωση , λοιπόν, λαμβάνει χαρακτήρα επιδημίας, και επειδή αρχικά, πριν την εκδήλωση του κατάγματος, είναι ασυμπτωματική, αποκαλείται από πολλούς ΄΄σιωπηλή επιδημία΄΄.

Πώς γίνεται η διάγνωση της οστεοπόρωσης;
  Η καλύτερη αντιμετώπιση της οστεόπορωσης είναι η έγκαιρη διάγνωση δηλαδή πριν αυτή προκαλέσει κατάγματα. Επειδή, όπως προαναφέρθηκε, δεν υπάρχουν προειδοποιητικά συμπτώματα, πρέπει αρχικά να αναζητηθούν ορισμένοι προδιαθεσικοί παράγοντες(Πίνακας) δηλαδή παράγοντες που θέτουν τη γυναίκα σε υψηλό κίνδυνο για εμφάνιση κατάγματος(οικογενειακό ιστορικό οστεοπόρωσης, χαμηλό σωματικό βάρος, κάπνισμα, αλκοόλ κα) .
ÄéÜöïñåò παθήσεις, åíäïêñéíéêÝò êáé ìç, êáé ìåñéêÜ φάρμακα,  ðñïêáëïýí äåõôåñïðáèÞ ïóôåïðüñùóç (üðùò õðåñèõñåïåéäéóìüò, õðåñêïñôéæïëáéìßá,õðåñðáñáèõñåïåéäéóìüò,  êáêïÞèç íïóÞìáôá, ñåõìáôéêÝò ðáèÞóåéò ê.Ü.)
 Σήμερα  αναπτύχθηκαν νέες μέθοδοι ποσοτικής εκτίμησης της οστικής μάζας με τις καλύτερες μετρήσεις της οστικής μάζας, με απορρόφηση ακτίνων Χ διπλής ενέργειας (DXA).  Η μέθοδος αυτή είναι ακριβής, σύντομη, αναίμακτη, ενώ ο εξεταζόμενος απορροφά ασήμαντη ακτινοβολία. Οι μετρήσεις γίνονται κυρίως στη σπονδυλική στήλη, στα ισχία και στους καρπούς, αλλά και σε ολόκληρο το σώμα. Η μέτρηση της οστικής μάζας γίνεται τόσο για τη διάγνωση της οστεοπόρωσης όσο και για την παρακολούθηση του αποτελέσματος της θεραπείας.
 Ο έλεγχος πρέπει να συμπληρώνεται με  γενικές και ειδικές αιματολογικές, βιοχημικές, ορμονικές εργαστηριακές εξετάσεις για τη διαφορική διάγνωση της οστεοπόρωσης, την ομοιοστασία του ασβεστίου καθώς και τον προσδιορισμό των λεγομένων βιοχημικών οστικών δεικτών ή δεικτών του οστικού μεταβολισμού.

Υπάρχει θεραπεία για την οστεοπόρωση;

Η καλύτερη θεραπεία για την οστεοπόρωση είναι η πρόληψη η οποία αρχίζει από πολύ νωρίς, δηλαδή, στην παιδική και εφηβική ηλικία (πρωτογενής πρόληψη) και σκοπό έχει τη δημιουργία όσο το δυνατόν μεγαλύτερης κορυφαίας και μεγίστης οστικής πυκνότητας μέχρι την ηλικία των 20-25 ετών. Η πρωτογενής πρόληψη της οστεοπόρωσης περιλαμβάνει: α) Επαρκή πρόληψη ασβεστίου, δηλαδή κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων (γάλα, σκληρά τυριά, γιαούρτι), και αποφυγή κατάχρησης αναψυκτικών τύπου κόλα, αλκοόλ, καπνίσματος και άλλων παραγόντων κινδύνου. β) Ικανοποιητική, αλλά όχι υπερβολική, σωματική άσκηση και γ) καλή ορμονική κατάσταση.

Εκτός όμως από την πρωτογενή πρόληψη, υπάρχει και η δευτερογενής πρόληψη, που εφαρμόζεται αμέσως μετά την εμμηνόπαυση και η οποία έχει ως στόχο την πρόληψη του αυξημένου ρυθμού οστικής απώλειας που συμβαίνει στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση. Η πρόληψη αυτή περιλαμβάνει: α) αποφυγή παραγόντων κινδύνου για οστεοπόρωση (ικανοποιητική λήψη ασβεστίου κ.α.) β) Φάρμακα, καθόσον η λήψη ασβεστίου, η άσκηση κ.α από μόνες τους δεν είναι αρκετές για να προλάβουν την ταχεία οστική απώλεια. Σήμερα έχουμε αρκετά καλά και αποτελεσματικά φάρμακα που προλαμβάνουν την οστική απώλεια και μειώνουν τα κατάγματα όπως :

- Θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης  (οιστρογόνα μόνα τους ή σε συνδυασμό με προγεσταγόνα). Πρόσφατα όμως έπαψε να θεωρείται  θεραπεία πρώτης επιλογής για τη πρόληψη της οστεοπόρωσης λόγω ανεπιθύμητων ενεργειών και χορηγείται μόνο για την αντιμετώπιση των κλιμακτηριακών συμπτωμάτων για το σύντομο χρονικό διάστημα( 3-4 χρόνια) εφόσον δεν υπάρχει αντένδειξη. Για την πρόληψη και θεραπεία της οστεοπόρωσης αντί για ΘΟΥ  χορηγούνται ειδικά φάρμακα που αναστέλλουν τη λειτουργία των οστεοκλαστών όπως:

- Καλσιτονίνη  (ένεση ή ρινικοί  ψεκασμοί)

- Διφωσφονικά  (ετιδρονάτη, αλενδρονάτη, ριζεδρονάτη, ιμπανδρονάτη, ζολενδρονάτη) με σημαντικούς περιορισμούς στο τρόπο λήψης και επομένως πρόβλημα συμμόρφωσης των ασθενών στη μακροχρόνια θεραπεία

- Οι εκλεκτικοί τροποποιητές των οιστρογονικών υποδοχέων – SERMS με το νεότερο εκπρόσωπό τους τη ραλοξιφαίνη. Η ραλοξιφαίνη χορηγείται με επιτυχία σε γυναίκες χωρίς έντονα κλιμακτηριακά συμπτώματα, αντί των οιστρογόνων γιατί εκτός από  την πρόληψη της  οστικής απώλειας και  την ελάττωση των  νέων σπονδυλικών καταγμάτων. έχει και μοναδικές ευεργετικές εξωσκελετικές επιδράσεις(μειώνει το κίνδυνο για καρκίνου του μαστού σημαντικά, σε ποσοστό περίπου 70%) και γιαυτό και πρόσφατα έλαβε- εκτός της οστεοπόρωσης-  επιπλέον ένδειξη για πρόληψη καρκίνου του μαστού σε γυναίκες υψηλού κινδύνου , από το FDA των ΗΠΑ

-  Μία πολύ σημαντική εξέλιξη στην αντιμετώπιση  οστεοπόρωσης σε γυναίκες υψηλού κινδύνου(πρόσφατα και σε άνδρες), είναι η έγκριση και κυκλοφορία το 2003  του πρώτου οστεοπαραγωγικού φαρμάκου, του τμήματος 1-34  του μορίου της παραθορμόνης(τεριπαρατίδη).Το φάρμακο  οδηγεί σε πραγματική παραγωγή νέου οστού, βελτιώνει την ποιότητά και αποκαθιστά την αρχιτεκτονική του, με συνέπεια εντυπωσιακά αποτελέσματα τόσο στην αύξηση της οστικής πυκνότητας όσο και στη μείωση των νέων σπονδυλικών και μη-σπονδυλικών καταγμάτων και την ελάττωση του πόνου. Έχει ήπιες ανεπιθύμητες ενέργειες, σε αντίθεση με το ολικό  μόριο 1-84 της παραθορμόνης που κυκλοφόρησε μετά,  το οποίο εμφανίζει πιο συχνές και σημαντικές παρενέργειες έτσι ώστε να εφαρμόζεται στην κλινική πράξη ειδικός αλγόριθμος για συχνή παρακολούθηση της θεραπείας.

-  Πιο πρόσφατα κυκλοφόρησε και στην Ελλάδα ένα νέο φάρμακο, η δενοσουμάμπη(Denosumab). Το φάρμακο αυτό αναστέλλει  την απώλεια οστού, και μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο καταγμάτων σπονδυλικής στήλης και ισχίου Το πλεονέκτημά του είναι ότι χορηγείται μία φορά το εξάμηνο με υποδόρια ένεση, την οποία μπορεί να κάνει ο ίδιος ο ασθενής στον εαυτό του.

 Τέλος, μεγάλη σημασία για την εγκατεστημένη οστεοπόρωση, ιδιαίτερα σε ηλικιωμένους άνω των 70-75 χρόνων, έχει η επαρκής χορήγηση ασβεστίου, αλλά και βιταμίνης D, γιατί με την πάροδο της ηλικίας ελαττώνεται η ικανότητα του εντέρου να απορροφά το ασβέστιο των τροφών, ενώ αυξάνεται η συχνότητα υποβιταμίνωσης D. Πολύ σημαντική είναι η λήψη μέτρων για την πρόληψη των πτώσεων (επαρκής φωτισμός, στερέωση χαλιών, παπούτσια που δεν γλιστρούν κ.ά.)



Πηγή

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

+